Μαιευτική παράλυση – Ποια είναι η κατάλληλη αντιμετώπιση;
Η μαιευτική παράλυση αρχικά τρομάζει τους γονείς. Το χέρι του νεογέννητου βρίσκεται ακίνητο δίπλα από το σώμα του σε θέση έσω στροφής με τεντωμένο αγκώνα και με κάμψη του καρπού και των δακτύλων. Κάποιες φορές υπάρχουν και αισθητηριακές διαταραχές στο προσβεβλημένο άνω άκρο. Το ποσοστό αποκατάστασης ανέρχεται στο 80% με 96% ειδικά όταν αντιμετωπισθεί από τις πρώτες δυο εβδομάδες ζωής του παιδιού.
H μαιευτική παράλυση διακρίνεται σε δυο κυρίαρχους τύπους ανάλογα με την κατανομή και την σοβαρότητα του τραυματισμού. Η παράλυση ανώτερου τύπου (Erb’s palsy) όπου ο τραυματισμός αφορά στις νευρικές ρίζες Α5 και Α6 και κάποιες φορές και την Α7 και η ολική μαιευτική παράλυση που αφορά τις νευρικές ρίζες από Α5 έως Θ1. Η Klumpke’s παράλυση αφορά τις ρίζες Α8 και Θ1.
Ο τραυματισμός αφορά στη διάταση των νεύρων του βραχιονίου πλέγματος λόγω μιας δύναμης απομάκρυνσης (έλξης) μεταξύ του κεφαλιού και του ώμου. Τα αίτια της M.Π. μπορεί να είναι:
- Δυστοκία ώμου
- Μεγαλοσωμία (βρέφος > 4 κιλά)
- Δυσαναλογία μεγέθους εμβρύου-μητέρας με στενή λεκάνη και/ή υπέρβαρη μητέρα (λόγω σακχαρώδη διαβήτη ή διαβήτη κύησης)
- Τοκετός με ισχιακή προβολή
Η αντιμετώπιση μπορεί να είναι συντηρητική και αφορά στη φυσικοθεραπεία (Νευροεξελικτική αγωγή (Bobath, Vojta), ηλεκτρική διέγερση, τεχνικές κινητοποίησης των αρθρώσεων), εναλλακτικές-ολιστικές θεραπείες (π.χ. Ayurveda), εφαρμογή αλλαντικής τοξίνης (Botox) ή χειρουργική. Η τελευταία ακολουθείται σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει καμιά βελτίωση μετά τους εννιά μήνες ζωής του παιδιού. Σε βαριές περιπτώσεις η χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να συστηθεί και μετά τους δυο μήνες ζωής.
Στο παιδί που αναπτύσσεται η μυϊκή ανισορροπία μεταξύ αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών του άνω άκρου όχι μόνο επηρεάζει την κίνηση αλλά οδηγεί σε αλλαγές στα οστά και στις αρθρώσεις. Η πιο συχνή ανωμαλία τέτοιου είδους επηρεάζει την γληνοβραχιόνια άρθρωση (άρθρωση του ώμου) και την ωμική ζώνη (κλείδα και ωμοπλάτη). Στην παράλυση του ανώτερου τύπου οι πάσχοντες έξω στροφείς του βραχιονίου δεν μπορούν να εξισορροπήσουν την δράση των έσω στροφέων με αποτέλεσμα την πρόσθια προβολή της κεφαλής του βραχιονίου και την έσω στροφή αυτού. Αυτό οδηγεί σε προσαρμοστικές αλλαγές στην γληνοβραχιόνια άρθρωση. Αλλαγές παρατηρούνται και στην άρθρωση του αγκώνα λόγω αδυναμίας υπτιασμού του αντιβραχίου και πλήρης έκτασης του αγκώνα εξαιτίας της παράλυσης των αντίστοιχων μυών καθώς και στις μετακαρποφαλλαγικές αρθρώσεις των δαχτύλων.
Όπως αναφέρθηκε η αντιμετώπιση θα πρέπει να ξεκινά από τον πρώτο μήνα ζωής του παιδιού. Ποια είναι όμως η θεραπεία που ενδείκνυται περισσότερο; Κάποιες έρευνες αναφέρουν πως οι κλασσικές θεραπείες που προτείνονται για τα παιδιά όπως η μέθοδος Bobath και Vojta ή η εξαναγκασμού χρήση του πάσχοντος άκρου δεν έχουν ιδιαίτερα αποτελέσματα. Η εφαρμογή ηλεκτρικής διέγερσης έχει αντικρουόμενες απόψεις. Παρόλα αυτά υπάρχουν έρευνες που υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα της.
Καθώς η παραπάνω πάθηση επηρεάζει το μυοσκελετικό σύστημα με προσαρμογές και αλλαγές όπως βραχύνσεις μυών, μείωση του εύρους των αρθρώσεων, έλλειψη σταθερότητας στις αρθρώσεις και μυϊκές συσπάσεις γίνεται κατανοητό πως θεραπείες που περιλαμβάνουν την κινητοποίηση των αρθρώσεων, την επιμήκυνση των μυών, την απελευθέρωση της περιτονίας και των μυϊκών σπασμών έχουν πιο άμεσα αποτελέσματα. Για να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί.
Γνωρίζουμε πως όταν σηκώνουμε το χέρι μας ψηλά στις 180˚ μοίρες συμβαίνουν ταυτόχρονες κίνησεις στις αρθρώσεις ανάμεσα στην κλείδα και το στέρνο (στερνοκλειδική), την κλείδα και την ωμοπλάτη (ακρωμιοκλειδική), την ωμοπλάτη και τον θώρακα (ωμοπλατοθωρακική) καθώς και μέσα στην άρθρωση του ώμου (γληνοβραχιόνια). Οι 180˚ μοίρες κίνησης του άνω άκρου σε απαγωγή, αντιστοιχεί σε 120˚ μοίρες κίνησης της γληνοβραχιόνιας και 60˚ μοίρες έξω στροφής της ωμοπλάτης. Μόλις ξεκινάμε την κίνηση να σηκώσουμε το χέρι μας ψηλά, η ωμοπλάτη σχεδόν δεν κινείται αλλά συγκρατείται επάνω στον θώρακα. Αυτό συμβαίνει στις πρώτες 60˚ μοίρες όταν σηκώνουμε το χέρι μας μπροστά (κάμψη) και στις πρώτες 30˚ όταν σηκώνουμε το χέρι μας στο πλάι του σώματος μας (απαγωγή). Αντίστοιχες αλλαγές συμβαίνουν και στις αρθρώσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω. Οι κινήσεις αυτές συμβαίνουν σε μια ισορροπία (ωμοβραχιόνιος ρυθμός) και ελέγχονται από τις διάφορες δομές μέσα και έξω από την άρθρωση του ώμου.
Κατά την μαιευτική παράλυση ο ωμοβραχιόνιος ρυθμός επηρεάζεται δραματικά. Οι μυς δεν μπορούν να συγκρατήσουν την ωμοπλάτη σωστά πάνω στον θώρακα με αποτέλεσμα να παρασύρεται όταν το παιδί σηκώνει το χέρι του ψηλά. Όσο οι κινήσεις του χεριού δεν γίνονται σε πλήρη εύρη οι δομές μέσα στην άρθρωση αλλά και εξωτερικά βραχύνονται κ περιορίζουν μόνιμα πια τις κινήσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ σημαντική η κινητοποίηση της άρθρωσης και η χαλάρωση των γύρω δομών. Οι τεχνικές κινητοποίησης των αρθρώσεων και η χαλάρωση των μαλακών μορίων χρησιμοποιούνται ευρέως στην θεραπεία ενηλίκων. Τι γίνεται όμως με τη θεραπεία των παιδιών και κυρίως των βρεφών;
Αυτό που προέχει για τη σωστή αντιμετώπιση της μαιευτικής παράλυσης είναι ο θεραπευτής να γνωρίζει πολύ καλά τη λειτουργία των παραπάνω αρθρώσεων και την παθολογία που μπορεί να προκύψει από την κακή λειτουργία τους καθώς και την ανισορροπία που μπορεί να ακολουθήσει σε όλο το σώμα αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και ανάλογα. Μόνο έτσι θα μπορέσει να σχεδιάσει κατάλληλα την θεραπεία του. Ο συνδυασμός γνώσης μεθόδων όπως η Bobath που εφαρμόζονται σε βρέφη και παιδιά και των τεχνικών που εφαρμόζονται στο manual therapy (χειροθεραπεία) μπορεί να εξασφαλίσει τα καλύτερα αποτελέσματα. Η χρήση σταθερού tape ή kinesiotape μπορεί να βοηθήσει στην διατήρηση των αποτελεσμάτων. Όλα αυτά θα πρέπει να είναι ενταγμένα σε ένα περιβάλλον παιχνιδιού και να δίνουν τη δυνατότητα στο παιδί να χρησιμοποιήσει ότι κέρδισε στη φυσικοθεραπεία σε δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.
Βιβλιογραφία:
Bahm, J., Ocampo-Pavez, C., Disselhorst-Klug, C., Sellhaus, B. & Weis J. (2009). Obstetric Brachial Plexus Palsy Treatment Strategy, Long-Term Results, and Prognosis. Deutsches Ärzteblatt International, 106(6), 83–90.
Chater, Μ., Camfield, P. & Camfield C. (2004). Erb’s palsy – Who is to blame and what will happen? Paediatric Child Health, 9(8), 556-560.
Okafor, U.A., Akinbo, S.R., Sokunbi, O.G., Okanlawon, A.O. & Noronha, C.C. (2008). Comparison of electrical stimulation and conventional physiotherapy in functional rehabilitation in Erb's palsy. Nigerian Quarterly journal of hospital medicine, 18(4):202-5.
Srilakshmi, D. & Chaganti, S. (2013) A holistic approach to the management of Erb’s palsy. Journal of Ayurveda & Integrative Medicine, 4 (4).
- ‹ Προηγούμενο άρθρο
- Επόμενο άρθρο ›
Προσθήκη νέου σχολίου